Παρασκευή 24 Μαρτίου 2017

Κείμενο Συμβολής στη Συνδιάσκεψη της Οργάνωσης Σπουδάζουσας Αθήνας της ΝΚΑ (2016)

Στο παρακάτω κείμενο έχουν αφαιρεθεί τα ονόματα όσων υπογράφουν

Κρίση, Παγκόσμια Κινήματα, Εθνικολαικισμός

«Ρουβίκωνας». Όταν ανοίγαμε τα λεξικά μας να δούμε τι σημαίνει αυτό, ένας σύντροφος μας έδωσε την παρακάτω εικόνα: ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κάρο, που έχει κολλήσει στον ποταμό Ρουβίκωνα, και για να προχωρήσει, έπρεπε να πετάξει από πάνω του μερικά αριστερότερα βαρίδια, με την κωδική ονομασία «Αριστερή Πτέρυγα», «Παναγιώτης Λαφαζάνης», και τελικά, «Ζωή Κωνσταντοπούλου» και «Λαική Ενότητα». Όμως η κρίση του καπιταλισμού είναι δομική1 και όχι νομισματική ή κρίση χρέους. Άρα το εθνικό νόμισμα ή η μερική διαγραφή του χρέους (ΕΛΕ) σε καμία χώρα δεν μπορούν να βοηθήσουν στην υπέρβαση της κρίσης προς όφελος των εργαζομένων. Η βάση της κρίσης είναι η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους λόγω της πτώσης του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας της εργασίας, που δεν μπορεί να αντισταθμίσει έτσι την εκτόπιση ζωντανής εργασίας από το κεφάλαιο με την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Απέναντι σε αυτή τη κρίση, ζήσαμε μια μεγάλη όξυνση της ταξικής πάλης τα τελευταία χρόνια, στην ελλάδα και διεθνώς.
Τι ήταν, τελικά, ο ΣΥΡΙΖΑ, οι Podemos, τι θα είναι ο Κόρμπιν και ο Σάντερς, ο Πέπε Γκρίλο, κ.ο.κ; Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο από μια πολιτική εξημέρωση του μίσους των παγκόσμιων κινημάτων που αναπτύχθηκαν από το 2008 και ύστερα, από αστικοδημοκρατικές (κεντρο) αριστερές δυνάμεις. Αυτές οι δυνάμεις νομιμοποιούν την ενοποίηση εσωτερικού και εξωτερικού εχθρού, πολιτικής και στρατιωτικής εξουσίας, όπως φάνηκε με τη στάση τους απέναντι στους μετανάστες και την εργατική τάξη (με μπαμπούλα το ISIS), νομιμοποιούν κηρυγμένες ή ακήρυκτες καταστάσεις «έκτακτης ανάγκης», στερεώνοντας την υποτίμηση της εργασίας και παίρνοντας τη σκυτάλη του κοινωνικού πολέμου του κεφαλαίου ενάντια στην εργασία. Από τις πλατείες της «Αραβικής Άνοιξης» μέχρι την Πλατεία Γκεζί, τους μουσουλμάνους-χριστιανούς που αγκαλιάζονταν στην πλατεία Ταχρίρ, το αντιεθνικιστικό κίνημα στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τις πλατείες σε ελλάδα, πορτογαλία, ισπανία, το Occupy Wall Street, από τους ζαπατίστας μέχρι τους νομάδες Κούρδους του Κομπάνι και της Ροζάβα, έπρεπε και πρέπει να βγάλουμε ένα συμπέρασμα ανάποδο από αυτό που γενικά η Αριστερά στον κόσμο έβγαλε. Πως είναι αναγκαίο ένα πολυεθνικό, πολυπολιτισμικό, αντικαπιταλιστικό κίνημα, που υπερβαίνει τις παραδοσιακές εθνοκρατικές εκπροσωπήσεις αποτελώντας την πρώτη, εύφλεκτη ύλη της κομμουνιστικής επαναθεμελίωσης στο σήμερα. Όχι γιατί ο «εθνικός αγώνας» είναι αξιακά, σε κάθε εποχή και κάθε περιοχή κάτι «κακό», αλλά γιατί, ειδικά στον ολοκληρωτικό καπιταλισμό, δεν αποτελεί αποτελεσματικό χειραφετητικό όραμα για τους εκμεταλλευόμενους, ούτε καν αποτελεσματικό μεταρρυθμιστικό μέσο για τους λαούς του δυτικού καπιταλιστικού κόσμου.
Κεντρικό αναδείχθηκε και αναδεικνύεται το ζήτημα της σχέσης διεθνικού-εθνικού και της θέσης της Ελλάδας στο παγκόσμιο κεφαλαιοκρατικό σύστημα, κατά τη διαμόρφωση και τη διαπάλη των πολιτικών αντιλήψεων στη χώρα. Το ΝΑΡ υποστηρίζει στα συλλογικά ντοκουμέντα του ότι ο ελληνικός καπιταλισμός δεν είναι «ψωροκώσταινα», αλλά έχει μεσαίο επίπεδο ανάπτυξης με ηγετικό ρόλο στα Βαλκάνια και περιφερειακό στην Ε.Ε. Ένα αστικό κράτος που έχει δικό του στρατό και αστυνομία (όχι ξένη κατοχή) και οικονομική αναπαραγωγή, είναι κυρίαρχο, με κυρίαρχη αστική τάξη. Οι πολύμορφες σύγχρονες ημιεξαρτήσεις στην περίπτωση της Ελλάδας είναι σχέσεις του κράτους με το χρηματοπιστωτικό σύστημα και τις διακρατικές ολοκληρώσεις, και όχι αδιαμεσολάβητα σχέσεις μεταξύ κρατών, πόσο μάλλον σχέσεις «αποικιοκράτη-αποικιοκρατούμενου». Η Ε.Ε είναι η κυρίαρχη στρατηγική επιλογή, και όχι υποταγή και εξάρτηση,. Όχι απλά λόγω του «ΝΑΙ» ΣΕΒ, ΓΣΕΕ εφοπλιστών (ο Γιαννακόπουλος στήριξε το ΟΧΙ, από μια σκοπιά καλύτερης διαπραγμάτευσης για την ελληνική φαρμακοβιομηχανία, όχι ως κάποιο «προοδευτικό κεφάλαιο»), αλλά και γιατί εντός Ε.Ε και ΝΑΤΟ αναβαθμίζεται η ΑΣΦΑΛΕΙΑ των κυρίαρχων τάξεων απέναντι στους λαούς και στους διακρατικούς ανταγωνισμούς. Η νατοποίηση του Αιγαίου δεν αποτελεί απώλεια της» κυριαρχίας «έθνους» και «λαού» να καταστέλλει μετανάστες ή να κάνει ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις στη Συρία, αλλά κυνική διαπίστωση ότι το ελληνικό κράτος πρέπει να μοιραστεί αρμοδιότητες με υπερεθνικούς ελεγκτικούς μηχανισμούς για λογαριασμό της Δύσης, που θέλει να αντιμετωπίσει τα κύματα των εχθρών, μη κρατικών δρώντων (μετανάστες) και κρατικών δρώντων ανατολικά, εμποδίζοντας τη συνάντηση και συγχώνευση ντόπιων και αλλοδαπών εργαζομένων2. «Αλήθεια, ποιό ελληνικό έθνος θα κάνει το …νέο αγροτικό ΕΑΜ3; Η σοσιαλσοβινιστική μας κυβέρνηση προχωράει το σχέδιο μιας «κυρίαρχης Ελλάδας» σε συνθήκες παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, με τη στρατηγική συνεργασία Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ και επιχειρηματικές συμφωνίες με το τελευταίο, νέα στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών και νέο στρατολογικό νόμο «διαχείρισης ανθρώπινου δυναμικού» με τζάμπα εργασία φοιτητών και «πρόνοια» από το στρατό, εκκαθαρίσεις εργασιακών-ασφαλιστικών δικαιωμάτων και δημοσιονομική εξυγίανση με το ασφαλιστικό, αναδιαπραγμάτευση του χρέους.
H σύγκλιση ΛΑΕ-ΕΠΑΜ είναι ανάλογη με την προεκλογική σύγκλιση ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ, σε μία περίοδο ύφεσης του κινήματος, ένα κλικ όμως πιο κοντά στον εθνικολαικό πόλο. Δίχως πραγματικές κοινωνικές βάσεις, γιατί δεν θέλει και γιατί δεν μπορεί, ισοδυναμεί με τον ύμνο του ΕΑΜ στο Δήμο Χαλανδρίου και τα γραμματόσημα με ήρωες του ΕΑΜ που μόλις εκδόθηκαν- τίποτα άλλο παρά μια συμβολική-μηντιακή-ρητορική αντίστασης, που όσο πλησιάζει προς το ερώτημα της πολιτικής εξουσίας, τόσο πιο καθαρά θα απαντά: ταξικός συμβιβασμός, εθνική ενότητα, ανάπτυξη του εγχώριου καπιταλισμού. Πολιτικός ορίζοντας της ΛΑΕ είναι μια μορφή Grexit μέσα στην Ε.Ε και μια γενναία αναδιαπραγμάτευση του κρατικού χρέους, σε αμοιβαία επωφελή συμφωνία με τον Σόιμπλε, όπως το είχε περιγράψει ο συμπαθέστατος Άρης Χατζηστεφάνου (https://www.youtube.com/watch?v=KtZ1D2pBe6Y, 3:40 και επ.). Άλλωστε, ο «συντεταγμένη έξοδος από το ευρώ» δεν γίνεται χωρίς συμφωνία με τους εταίρους και νομικές, άρα και πολιτικές, δεσμεύσεις. Η στάση της ΛΑΕ στο κίνημα, στην τοπική αυτοδιοίκηση (περιφέρεια Δούρου), στο ΤΣΜΕΔΕ, σε συνδικαλιστικό επίπεδο, η ανακοίνωσή της για την «αναποτελεσματικότητα» του φράχτη του Έβρου, δείχνουν την ουσία αυτού του πολιτικού σχεδίου.


Επιχειρηματικό Πανεπιστήμιο
Η διάκριση των ρόλων του πανεπιστημίου σε οικονομικό, ιδεολογικό, κατανεμητικό, συσκοτίζει ίσως, αντί να απλουστεύει, τα πράγματα. Θεωρούμε ότι στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο έχουμε δύο βασικές λειτουργίες, την επιχειρηματική λειτουργία και την πειθαρχική (ιδεολογική και σωματική πειθαρχία) λειτουργία, που έχουν μια σχέση σκοπού προς μέσο. Η επιχειρηματική λειτουργία περιλαμβάνει τόσο τη διαχείριση των οικονομικών πόρων του πανεπιστημίου με όρους βέλτιστης απόδοσης και από τη σκοπιά επιχειρηματικών κριτηρίων management, όσο και την κατανομή των φοιτητών σε θέσεις εργασίας. Το καθοριστικό στο χαρακτήρα της διαδικασίας κατανομής στην εποχή μας είναι η ολοκληρωτική της υπαγωγή στις ανάγκες του ολοκληρωτικού καπιταλισμού για εξειδικευμένη, με επιστημονικά χαρακτηριστικά, εργασία.
Υπάρχουν κάποιες παρανοήσεις γύρω από τον χαρακτήρα του επιχειρηματικού πανεπιστημίου, ακόμα και στο εσωτερικό μας. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο δεν σημαίνει απλά πανεπιστήμιο-επιχείρηση. Το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο εξυπηρετεί την κερδοφορία έμμεσα και άμεσα. Άμεσα, αν δεν υπάρχει μισθός για έρευνα, κλπ, δεν αντλείται «υπεραξία», αντλείται όμως υπερεργασία, δηλαδή απλήρωτη εργασία. Πολύ συχνά, η γνώση των φοιτητών εμπορευματοποιείται και πουλιέται σε δεύτερο χρόνο-τότε δεν έχουμε περίπτωση άμεσης κυριαρχίας του κεφαλαίου, αλλά έμμεσης, φαινόμενο δύσκολο να περιγραφεί μονολεκτικά, όμως ανάλογο αυτού που ο Marx περιγράφει ως «προαγοραστή»4-με βάση μια παραγγελία, κάποιος παράγει κάτι το οποίο ύστερα πουλιέται ως εμπόρευμα, χωρίς ο παραγωγός και ο έμπορος να έχουν τη σχέση εργάτη-κεφαλαιοκράτη. Πρόκειται για εμπορευματοποίηση της γνώσης και άντληση κερδών χωρίς την άμεση εκμετάλλευση και παραγωγής υπεραξίας, Υπό αυτή το πρίσμα, κάθε παραγωγή γνώσης που έχει εμπορεύσιμα επιστημονικά χαρακτηριστικά, έστω και σε δεύτερο ή τρίτο χρόνο, σε προπτυχιακό ή μεταπτυχιακό επίπεδο, αποτελεί κυρίαρχα όψη του επιχειρηματικού, συγκεκριμένα πανεπιστημίου. Επιπλέον. Τέλος, τα υποχρεωτικά μαθήματα είναι η αναγκαία εργασία του φοιτητή πάνω στην εργασιακή του δύναμη. Αυτό μπορεί να φαντάζει εξαιρετικά περίεργο, αλλά, αν δεχτούμε τη θέση του Marx ότι η εργασία είναι ένα «ιδιόμορφο εμπόρευμα», και πως κάθε εμπόρευμα πρέπει ως τέτοιο να παραχθεί, τότε ο φοιτητής που δουλεύει πάνω στα προσόντα του, εκτελεί μια ιδιόμορφη εργασία παράγοντας το εμπόρευμα «εργασιακή δύναμη». Ο μόνος λόγος ύπαρξης των «πιστωτικών-διδακτικών μονάδων» είναι ο υπολογισμός της δυνητικής αξίας της εργασιακής δύναμης, υπολογισμός που αποτελεί την τυπικά αναγνωρίσιμη «ανταμοιβή» του φοιτητή για το μόχθο του. Όπως γράφουν και σύντροφοι του Πολυτεχνείου, αναλύοντας τη φόρμουλα υπολογισμού των πιστωτικών μονάδων, «Κατ’ αρχάς, η μία πιστωτική μονάδα ορίζεται ως εξής : ένα πλήρες ακαδημαϊκό έτος αντιστοιχεί σε 60 πιστωτικές μονάδες. Από εκεί, με μία εκτίμηση πως ένα πλήρες ακαδημαϊκό έτος αντιστοιχεί σε 1500-1800 ώρες εργασίας, καθορίζεται πως κάθε μονάδα αντιστοιχεί σε 25-30 ώρες εργασίας πάνω στο αντικείμενο. Ορίζεται πως τα πτυχία «πρώτου κύκλου σπουδών» αντιστοιχούν σε 180-240 μονάδες, ενώ του δεύτερου σε 90-120».
Έτσι διαμορφώνεται η ταυτότητα του νεολαίου στο πανεπιστήμιο, που έχει δύο πτυχές αδιαχώριστες μεταξύ τους. Από τη μία μεριά, ο φοιτητής ως σπουδαστής, εισάγεται στο πανεπιστήμιο, δραστηριοποιείται στα πλαίσια της φοιτητικής κοινότητας, παρακολουθεί μαθήματα στα φοιτητικά αμφιθέατρα. Από την άλλη μεριά, ο φοιτητής ως φοιτητής/εργαζόμενος, δηλαδή αισθάνεται και είναι ιδιόμορφος «εργάτης» γνώσης του πανεπιστημίου που έχει συγκεκριμένα καθήκοντα και υποχρεώσεις και αξιολογείται για την απόδοσή του, κερδίζοντας, όπως είδαμε, προσόντα ανάλογα με τις ώρες γνωστικής εργασίας του, εργάζεται ήδη εντός του πανεπιστημίου (βλ. Οδοντιατρική, Γεωπονική, απλήρωτες εργασίες και ενσωματωμένη πρακτική) ή εκτός πανεπιστημίου, και αντιλαμβάνεται τον εαυτό του ως δυνάμει εργαζόμενο που πρέπει από τώρα να ανταγωνιστεί τους «συναδέλφους» του για μια θέση στην αγορά εργασίας. Άρα έχει από το πρώτο έτος τη ψυχολογία του ανέργου. Πιο έντονα από ποτέ σήμερα, βλέπουμε μάλιστα την υποκειμενική ταυτότητα του φοιτητή να καθορίζεται από την εργασιακή προοπτική και τη (πληγωμένη σήμερα) φαντασίωση της καριέρας, σε ένα περιβάλλον τσακισμένων εργασιακών δικαιωμάτων, 70% ανεργίας στους νέους, και με τις ελαστικές μορφές εργασίας-ημιαπασχόλησης να είναι η πιο δυναμική τάση, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και παγκόσμια. Επιπλέον, η ταξική προέλευση του φοιτητή καθορίζει το πώς βλέπει την εργασιακή του προοπτική, και έτσι το φοιτητικό σώμα δεν είναι ενιαίο ούτε έχει ενιαία συμφέροντα, αλλά χωρίζεται ανάμεσα στους φοιτητές που βλέπουν εξασφαλισμένη την εργασιακή τους προοπτική και εκείνους που νιώθουν ότι δεν θα έχουν στον ήλιο μοίρα. Οι ταξικοί φραγμοί εντείνονται από τη στιγμή που το Πανεπιστήμιο χάνει όλο και περισσότερο το χαρακτήρα ενός μηχανισμού κοινωνικής ανέλιξης ανταποκρινόμενο στον σύγχρονο κεφαλαιοκρατικό καταμερισμό εργασίας. Η μόνη κοινωνική κινητικότητα είναι προς τα κάτω, με τη προλεταριοποίηση και της πλειοψηφίας των μεσαίων στρωμάτων, αλλά και το πέταγμα πολλών νέων ανθρώπων έξω από το Πανεπιστήμιο, με την αναζήτηση εργασίας σε κλάδους των «υπηρεσιών» χαμηλότερης ειδίκευσης, όπως στην Ελλάδα ο επισιτισμός, ο τουρισμός κ.α.
Υπάρχει, ήδη, στην Ελλάδα, «επιχειρηματικό πανεπιστήμιο»; Η ΝΚΑ απαντάει από τότε που γεννήθηκε, ασφαλώς και υπάρχει. Και για αυτό το λόγο η τακτική δεν μπορεί να παίρνει διαζύγιο από τη στρατηγική, δικαιολογώντας την «ενότητα της αριστεράς» και αντίστοιχα πολιτικά μέτωπα.
Τα στοιχεία των επιδόσεων της ελληνικής εκπαίδευσης στην παγκόσμια κατάταξη μαρτυρούν , αν παραμείνουμε σταθεροί στη θέση μας ότι οι διεθνείς δείκτες αξιολόγησης έχουν επιχειρηματικό χαρακτήρα και στόχευση 5. Ο ΣΕΒ, ως «συλλογικός εκπρόσωπος της οργανωμένης επιχειρηματικότητας της χώρας» όπως διαβάζουμε στη διακήρυξη για τη στρατηγική πρωτοβουλία του ΣΕΒ για τη νέα επιχειρηματική γενιά «Μαζί στην Εκκίνηση»6, πρωτοστατεί στο σχεδιασμό της παραγωγικής αναδιάρθρωσης του ελληνικού καπιταλισμού σε σύνδεση με το εκπαιδευτικό σύστημα. Στο υποκεφάλαιο 3 των Θέσεων στο επίσημο site του, ο ΣΕΒ διατυπώνει ρητά τη σχέση του με το ευρωπαικό πλαίσιο νομοθετημάτων για την εκπαίδευση στο ξεπούλημα της γνώσης, υπό τον εξωραϊσμένο τίτλο Κοινωνία της Γνώσης : «Η εκπαίδευση και η κατάρτιση όπως όλοι γνωρίζουμε και όπως έχει διαπιστωθεί και συνομολογηθεί πιο εμπεριστατωμένα στα Ευρωπαϊκά Συμβούλια από τη Λισσαβόνα και εντεύθεν, αντιπροσωπεύουν ένα κατ’εξοχήν μέσο για την κοινωνική και πολιτισμική συνοχή καθώς και σπουδαίο πλεονέκτημα για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και του δυναμισμού της Ευρώπης». Ο ΣΕΒ, ο «εκπρόσωπος της οργανωμένης επιχειρηματικότητας» στην Ελλάδα, αντιμετωπίζει την εφαρμοσμένη γνώση, όπως και η Ε.Ε, ως άμεση παραγωγική δύναμη, διακρίνοντας τις δύο λειτουργίες της, την κοινωνική-πολιτισμική (εμείς θα λέγαμε ιδεολογική) και την τεχνική-παραγωγική (εμείς θα λέγαμε, επιχειρηματική)
Πλήρες σχέδιο της αστικής τάξης (ελληνικής, αμερικανικής ή άλλης) για την αντιμετώπιση της κρίσης μπορεί να μην υπάρχει, υπάρχουν όμως γενικές κατευθύνσεις. Έτσι λοιπόν, διαβάζουμε στις Ανακοινώσεις από τις εργασίες του FORUM για την Εργασία και τις Δεξιότητες του ΣΕΒ, 10/7/20137
«[…] Ο Μηχανισμός Διάγνωσης που ανέπτυξε ο ΣΕΒ, κινητοποιώντας ομάδες εμπειρογνωμόνων και στελεχών επιχειρήσεων που συγκροτήθηκαν αποκλειστικά για το σκοπό αυτό, τεκμηρίωσε 90 περίπου κρίσιμα επαγγέλματα που σε όρους γνώσεων, δεξιοτήτων και ικανοτήτων συνδέονται άμεσα με την ανταγωνιστική εξέλιξη οκτώ σημαντικών επιχειρηματικών τομέων της ελληνικής οικονομίας. Ο ΣΕΒ θεωρεί ότι η επένδυση στις γνώσεις και στις δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί κρίσιμη παράμετρο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας τόνισε σε ομιλία του ο Εκτελεστικός  Αντιπρόεδρος του Συνδέσμου κ. Χάρης Κυριαζής,  ο οποίος σημείωσε ότι παρά τα κονδύλια που έχουν δαπανηθεί τα τελευταία πολλά χρόνια, σήμερα απουσιάζει στη χώρα μας ένας μηχανισμός που να αποτυπώνει τις αναπτυξιακές ανάγκες σε εξειδικευμένες γνώσεις και δεξιότητες του στελεχιακού μας δυναμικού» 

Τα περίπου 90 κρίσιμα επαγγέλματα από σήμερα ως το 2020 σύμφωνα με την επίσημη οργάνωση των βιομηχανιών και των επιχειρήσεων είναι για την ακρίβεια 87 ειδικότητες σε οκτώ τομείς8. Η επιχειρηματική αναδιάρθρωση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, λέει ο ΣΕΒ, θα πρέπει να προσανατολιστεί σε αυτές τις ειδικότητες έναντι άλλων. Σε αυτό το γενικό φόντο, η διάλυση και «υποχρηματόδοτηση» των ελληνικών πανεπιστημίων, δεν είναι ξέχωρη από την «επιχειρηματική ανασυγκρότηση», παρά μόνο μία όψη του μηχανισμού επιχειρηματικής ανασυγκρότησης του χάρτη της ελληνικής και ευρωπαικής εκπαίδευσης (πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια, τριτοβάθμια εκπαίδευση),στο πλαίσιο του ελληνικού και του ευρωπαϊκού καταμερισμού εργασίας. Οι περικοπές δαπανών, σε συνθήκες δημοσιονομικής ασφυξίας του ελληνικού αστικού κράτους μέσα στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, γίνονται για την εξοικονόμηση πόρων και τον προσανατολισμό τους στις πλέον αποδοτικές-κερδοφόρες, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, εκπαιδευτικές δραστηριότητες. Επιχειρηματικό, και στην Ελλάδα, δεν είναι το πανεπιστήμιο απλώς γιατί τα χρηματοδοτικά κενά θα έρθουν να τα καλύψουν ιδιώτες-επιχειρήσεις, αλλά γιατί ο συνολικός τρόπος λειτουργίας του συντείνει στην παραγωγή, όπως το λέει η αστική τάξη, «ανθρώπινου κεφαλαίου» (human capital)9. Λόγω της ανισόμετρης ανάπτυξης, η Ελλάδα δεν είναι Ιαπωνία, ούτε ΗΠΑ, ούτε Γερμανία. Δεν είναι όμως και ένας καπιταλισμός «υπό διάλυση». Η θέση της Ελλάδας είναι περιφερειακή στην Ε.Ε (περιφέρεια του κέντρου), ημιπεριφερειακή στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, κεντρική στη Μεσόγειο και τα Βαλκάνια. Το πανεπιστήμιο της Ελλάδας είναι, καπιταλιστικά, ακόμη καλύτερο από τη θέση της χώρας στο διεθνές πλέγμα του κεφαλαίου.
Τέλος, η επιχειρηματική εμβάθυνση του πανεπιστημίου αφορά και τις λεγόμενες «ανθρωπιστικές σπουδές», όχι μόνο με το κλείσιμο των μη κερδοφόρων τμημάτων, αλλά και με την αναπροσαρμογή των θεωρητικών σπουδών στις ανάγκες του κεφαλαίου10..
ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ
1. ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ
Πολιτικό σκηνικό
Δεν μπορούμε να αποτιμήσουμε τη δράση μας τον τελευταίο χρόνο, από το 2015-2016, χωρίς αναφορά στη στάση μας απέναντι στο ΣΥΡΙΖΑ. Η πλειοψηφία της Αριστεράς «στήριξε κριτικά τον ΣΥΡΙΖΑ» κατά την «εθνική διαπραγμάτευση» εκείνου του αλησμόνητου….σοσιαλιστικού εξαμήνου. Δυστυχώς, δεν μείναμε ανεπηρέαστοι από αυτό το κύμα διαταξικής εθνολαικιστικής σύγχυσης. Ενώ ο ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ είχε μεταθέσει τον εχθρό από το εσωτερικό της χώρας (ταξική πάλη) στο εξωτερικό (Γερμανία, Δανειστές), η αμηχανία μας να παρέμβουμε με διακριτό αντικαπιταλιστικό στίγμα τα τελευταία 3 χρόνια, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τις φιλοκυβερνητικές πλατείες των αρχών του 2015 και το δημοψήφισμα, είχε να κάνει πάνω από όλα με μια πολιτική αδυναμία. Μολονότι είχαμε τις αποφάσεις και τις αναλύσεις, δεν λέγαμε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ασκούσε κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό, δεν λέγαμε πως ήταν αστική δύναμη11, έχοντας ολοκληρώσει την εσωτερική διαπραγμάτευση με το κεφάλαιο και με τα κατασταλτικά όργανα του κράτους, και άρα δεν κάναμε: δείξαμε μια πρακτική αδράνεια και έλλειψη αντικυβερνητικού, αντιεργοδοτικού και αντικρατικού προσανατολισμού. «Μετάλλαξη» και «νομοτελειακή» κατάληξη του ΣΥΡΙΖΑ σύμφωνα με τις Θέσεις της Συνδιάσκεψης, όπως γνωρίζουν οι βιολόγοι, είναι αντίφαση εν τοις όροις. Διαπέρασαν δυστυχώς και το εσωτερικό μας λογικές ότι η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ «θα αυξήσει την ταξική πάλη και τη διεκδικητικότητα των μαζών», ότι θα ήταν «αριστερή κυβέρνηση», ότι το παιχνίδι θα παιζόταν αυτή την ιστορική εποχή στο πεδίο της διαπραγμάτευσης και της κοινοβουλευτικής ορατότητας, και όχι στο πεδίο του φοιτητικού και του εργατικού κινήματος. Δεν γίναμε έμπρακτος και πολιτικός καταλύτης μιας της φθοράς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ ώστε να αποτρέψουμε την έλευση του 3ου Μνημονίου, ούτε δημιουργήσαμε κινηματικά κεκτημένα και μορφές οργάνωσης ταξικών συμφερόντων που θα μετέτρεπαν την απογοήτευση σε υλική δύναμη των μαζών.
Δεν χρειάστηκε πολύς μαρξισμός, ούτε να ξαναδούμε τα καγκελάκια να μπαίνουν μπροστά από τη Βουλή, για να προσγειωθούμε στη σκληρή κοινωνική πραγματικότητα, μία μέρα μετά το δημοψήφισμα. Η εργοδοτική τρομοκρατία την εβδομάδα πριν το δημοψήφισμα (και η αδυναμία ή απροθυμία μπλοκαρίσματός της, αφού τα μάτια μας ήταν στραμμένα στην προεκλογική καμπάνια και στην Κυριακή της κάλπης), και η διαχείριση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος από τη συγκυβέρνηση και όλο το «συνταγματικό τόξο», έδειξαν ξεκάθαρα πως ο κυρίαρχος στην ελλάδα παραμένει το κεφάλαιο, και ένα ποσοστό ψήφων στην κάλπη δεν μπορεί να κλονίσει την εξουσία του. Ανόητες εκτιμήσεις που περίμεναν «πραξικόπημα» στην περίπτωση που έβγαινε το «ΌΧΙ», θεώρησαν μάλλον ασήμαντο για τις εξελίξεις το πραγματικό επίπεδο του εργατικού-συνδικαλιστικού κινήματος, και πως τα tanks στο δρόμο, τα τελευταία χρόνια, λίγο έλειψε να επέμβουν μόνο ως απάντηση στην περίπτωση που η εξέγερση του Δεκέμβρη λάμβανε περισσότερα ταξικά χαρακτηριστικά ή στις απεργίες των ΟΤΑ που κινδύνευαν να συνδεθούν με τις μάχες ενάντια στα μνημόνια το 2011-και ποτέ ως απάντηση σε κανένα «δημοψήφισμα». Η αντικαπιταλιστική αριστερά σωστά έπραξε και στήριξε το «ΌΧΙ» που συμβόλιζε, με αντιφάσεις, την αβεβαιότητα και την αστάθεια αλλά και μπόλικο μίσος, όμως έπεσε τελείως έξω στην εκτίμηση των πραγματικών συσχετισμών δυνάμεων, και κυρίως έδειξε φοβερή αδράνεια στην οικοδόμηση των όρων και των προϋποθέσεων για να γίνει η αφηρημένη άρνηση κατάφαση μιας ανοδικής τάσης στο εργατικό κίνημα. Ο «μετασχηματισμός του ΟΧΙ», η κυριαρχία των τάσεων χειραφέτησης έναντι των τάσεων υποταγής, κρίθηκε στην πορεία προς το δημοψήφισμα από τις «φιλοκυβερνητικές» πλατείες και μετά, και δεν θα μπορούσε να κριθεί στη Δευτέρα Παρουσία της «αληθινής εφαρμογής» του δημοψηφισματικού ΟΧΙ από τον ΣΥΡΙΖΑ. Όπως συνέβη και με τον ΣΥΡΙΖΑ, έτσι και το ΟΧΙ δεν «μεταλλάχτηκε πραξικοπηματικά»-νομοτελειακά το ΟΧΙ θα προδιδόταν από τη συγκυβέρνηση, γιατί μια αφηρημένη άρνηση πάντα θα προδίδεται όταν μετατρέπεται σε «ναι», οποιοδήποτε «ναι» του αστικού κράτους. Θα έπρεπε να εκλάβουμε τη στήριξή μας του ΟΧΙ ως σκόπιμη προώθηση της προδοσίας του από τον ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, παρεμβαίνοντας στις εστίες αναβρασμού και τονώνοντας το ταξικό μίσος έναντι των τάσεων υποταγής του ανομοιογενούς δυναμικού του, που εξ αρχής περιλάμβαναν την ανάθεση, την εθνική-κοινοβουλευτική εκπροσώπηση, τη μετάθεση του εχθρού στο διακρατικό και όχι στο ταξικό επίπεδο. Όμως πού χάθηκε, την αμέσως επόμενη μέρα ή στις επόμενες εκλογές, αυτό το ταξικό μίσος;
Ασφαλιστικό και Εργατικό
Διαρκώς στη κουβέντα μας θα επιστρέφει, σαν απωθημένο, η αδυναμία να αποκτήσουμε βαθύτερη κοινωνική και πολιτική σχέση με τους σύγχρονους εκμεταλλευόμενους. Με αφορμή τη μάχη για το Ασφαλιστικό, η επίκληση της αναγκαιότητας ενός «κοινωνικού ιστορικού μπλοκ», δηλαδή «συμμαχίας με την μικροαστική τάξη», χωρίς διακριτή οργανωτική παρουσία του εργατικού πόλου και χωρίς πρώτη ιεράρχηση αυτό με την επίκληση του «κατ’επείγοντος», είναι από μόνη της ανώφελη. Με άλλα λόγια, δεν μπορείς να ζητάς μια τέτοια συμμαχία χωρίς πόλο οργανωμένων αγροτών μισθωτών, χωρίς πόλο μισθωτών δικηγόρων κ.ο.κ κατά το πρότυπο του Σ.Μ.Τ. Αυτό δεν είναι «κοινωνικοταξική συμμαχία», είναι παραδίδω τα κλειδιά της εργατικής πολιτικής στην μικροαστική τάξη, που ζητά την αναπαραγωγή της από τη μεγαλοαστική τάξη. Αυτό δεν σημαίνει φυγή από τους αγώνες των αγροτών, των μικρομεσαίων, των «επιστημόνων» και αφ’υψηλού κριτική τους, αλλά εμπλοκή στους αγώνες και ιεράρχηση των καθηκόντων. Από το ασφαλιστικό αποκλείεται μια μεγάλη κατηγορία ανασφάλιστων μισθωτών εκμεταλλευόμενων, μεγάλο κομμάτι της νέας εργατικής βάρδιας, το οποίο ούτως ή άλλως και με το παλιό και με το προτεινόμενο ασφαλιστικό δεν θα καταφέρει ποτέ να πάρει σύνταξη ούτε να απολαύσει στοιχειώδη ασφαλιστικά δικαιώματα. Από την άλλη μεριά, ακόμα και τα πιο ταξικά κομμάτια που εργάζονται και ασφαλίζονται, με το νέο ασφαλιστικό πετιούνται απέξω, αφού καλούνται να πληρώσουν τις εργοδοτικές εισφορές που δεν πληρώνουν τα αφεντικά τους.
Η συνέλευση «Νέοι και Νέες ενάντια στο ασφαλιστικό», από τη συγκρότησή της η οποία έγινε με κείμενο βάσης κείμενο της ΛΑΕ, δεν έβαλε στόχο να εκφράσει αυτό το δυναμικό και να δράσει στους χώρους που ζει και αναπαράγεται, αλλά εξ αρχής προσπάθησε να συσπειρώσει αριστερές πολιτικές δυνάμεις πίσω από μια νεφελώδη αντίληψη περί «νεολαίας», χωρίς το κέντρο βάρους να πέφτει στη νέα εργατική βάρδια. Η σπουδάζουσα νεολαία Αθήνας, όλο αυτό το διάστημα, εμφάνισε μεγάλη αδυναμία σύνδεσης των φοιτητών με τη διεκδίκηση των ασφαλιστικών και εργασιακών τους δικαιωμάτων, αδυναμία που σχετίζεται άμεσα με την επιφανειακή σχέση της με την Attack και τη Λάντζα, αλλά και συνολικά τη νεολαία νέων εργαζομένων.
Σε αυτή τη συνέλευση για το Ασφαλιστικό, η πιο σημαντική παρέμβαση ήταν της Attack και εργαζόμενων στα πεντάμηνα, που έδειξε, μαζί με τη δουλειά που έγινε το προηγούμενο διάστημα, με τί κομμάτια της κοινωνίας μπορεί να μας φέρει σε επαφή μια πολιτική λογική που κεντράρει σε μη θεσμικές και μη σωματειακές μορφές οργάνωσης, πλάι στις παραδοσιακές συνδικαλιστικές μορφές, όπως συμβαίνει και με τη Λάντζα. Η αποτίμηση που πρέπει να κάνουμε είναι, παρά τις αδυναμίες, πολύ θετική.. Η επικοινωνία μας και η συστράτευσή μας με νέα κομμάτια εκμεταλλεύομενων αποτελεί ποιοτικό άλμα για την οργάνωση της δράσης της Ο.Ν.Ε. Στο σωματείο επισιτισμού Αχαΐας, η Λάντζα κατέγραψε ποσοστό 30,8% και πήρε 2 έδρες στο καινούριο Δ.Σ. Το ζήτημα δεν είναι ποσοτικό, είναι ποιοτικό. Τόσο η Attack όσο και η Λάντζα καλύπτουν ένα πολιτικό κενό, εκπροσωπούν ένα ΟΧΙ, ένα κενό εκπροσώπησης των εκμεταλλευόμενων στις νέες σχέσεις εργασίας και το ΟΧΙ τους απέναντι στην καθημερινή εργοδοτική τρομοκρατία που βιώνουν. Σε τέτοια πρωτότυπα σχέδια, και στην πανελλαδικοποίησή τους, πρέπει να επιμείνει η οργάνωση με όλες τις τις δυνάμεις και με τη λογική της οικοδόμησης, αποτιμώντας τα μακροπρόθεσμα και συνολικά. Δεν έχει περάσει πολύ καιρός από την κινητοποίηση στο Revolt στο κέντρο των Εξαρχείων, από την κινητοποίηση στην Teleperformance, από τις κινητοποιήσεις στο Υπουργείο Εργασίας από άλλες σημαντικές κινήσεις στις οποίες πρωτοστάτησε η νεολαία μας.
Μεταναστευτικό και Αντιπολεμικό
Πρέπει να αποτιμήσουμε την παρέμβασή μας στο μεταναστευτικό και το αντιπολεμικό κίνημα ως εξαιρετική αδύναμη. Πρόκειται για ένα κεντρικό ζήτημα της ταξικής πάλης και του κομμουνισμού στο σήμερα, που δείχνει τα αντικειμενικά όρια του παγκόσμιου κεφαλαιοκρατικού συστήματος να ικανοποιήσει στοιχειωδώς ανάγκες της ανθρωπότητας. Η Ελλάδα βρίσκεται σε μοναδικά στρατηγικό σημείο αποτελώντας κεντρικό δρόμο διέλευσης, άρα και καταστολής. Σε συνάρτηση με τα παραπάνω δύο δεδομένα, η παρέμβασή μας κρίνεται εξαιρετικά ανεπαρκής. Η οργάνωσή μας μέχρι πρόσφατα σχεδόν δεν είχε θέσεις για το μεταναστευτικό ζήτημα-η πρόσφατη συγκρότηση της «επιτροπής για το προσφυγικό» και η πρωτοβουλία του «συντονισμού του Αριστοτέλη» ήταν δύο θετικά βήματα. Ωστόσο, οι πολιτικές συνέπειες της αδυναμίας αυτής φάνηκαν τόσο από το πώς προχωράει η κουβέντα στο εσωτερικό μας, όσο και από τις εξώστρεφες δράσεις μας. Ο Συντονισμός του Αριστοτέλη, παρά την αρχική του ορμή, και κάποιες σημαντικές πρωτοβουλίες (πορεία στον Έβρο, διακήρυξη της Κεσσάνης), δεν συνδέεται με απτά, ενεργά εγχειρήματα υπέρ των μεταναστών, και ο αγώνας υπέρ των μεταναστών ως εκμεταλλευόμενων υποκειμένων δεν μπορεί να παραγνωρίζει την ιδιαιτερότητα της οργάνωσής τους έξω από τα σωματεία, σε χώρους που θα έπρεπε να αποτελέσουν κοινότητες ταξικής αλληλεγγύης και αγώνα. Η παρέμβασή μας, κυρίως ως Σπουδάζουσας Αθήνας, στην κατάληψη φιλοξενίας μεταναστών της Νοταρά έδειξε πως δεν μπορέσαμε να παρέμβουμε πολιτικά, μην έχοντας γραμμή ούτε πλάνο παρέμβασης σε αυτά τα εγχειρήματα..
Φοιτητικό και ΕΑΑΚ
«Ευρύτερα σημαντικό σημείο εκτίμησης είναι ότι η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η ΕΑΑΚ είναι μια κρίση μετάβασης. Ενδεχόμενο είναι η παραμονή στο τρέχον στάδιο, δηλαδή μιας κινηματικής φοιτητικής αριστερής δύναμης με μαζική απεύθυνση αλλά και σημαντικά προβλήματα δημοκρατικής λειτουργίας, ή η υπέρβασή του σε μια κατεύθυνση συνολικής και διαρκούς αντικαπιταλιστικής νεολαιιστικής παρέμβασης με μια άλλης φύσης εργατική μετωπική συγκρότηση»12


Θα πρέπει να αναρωτηθούμε αν ο τρόπος που προσεγγίζουμε την ΕΑΑΚ σήμερα συμπίπτει, στις γενικές του αρχές, με τον διαλεκτικό, υλιστικό και επιστημονικό τρόπο που προσεγγίζαμε την ΕΑΑΚ στο τότε Συνέδριο της ΝΚΑ: ως ένα αντιφατικό μόρφωμα που, σε περίοδο οξείας καπιταλιστικής κρίσης, είτε θα ριζοσπαστικοποιηθεί σε αντικαπιταλιστική και εργατική κατεύθυνση, είτε θα παραμείνει ένα αριστερό φοιτητοκεντρικό μέτωπο. Δεν υπολογίζαμε, όμως, ένα τρίτο ενδεχόμενο. Να οπισθοχωρήσει η ΕΑΑΚ πολιτικά μέχρι την αυτοϋπονόμευση της, και να ηγεμονεύσουν οι ευρωκομμουνιστικές αντιλήψεις για τη σχέση φοιτητών-εργατικής τάξης-κοινωνίας, για το χαρακτήρα του πανεπιστημίου, για την ίδια πολιτική συνολικά, στο εσωτερικό της.
Στο φοιτητικό κίνημα, παρατηρούμε όλοι μια δυσκολία να πυροδοτήσουμε γενικές συνελεύσεις με τον τρόπο που το κάναμε στο παρελθόν. Η αποτίμησή μας πρέπει να μπορεί να διακρίνει τις αντικειμενικές από τις υποκειμενικές συνθήκες αυτού του ορίου. Αντικειμενικά, το πανεπιστήμιο έχει αλλάξει από την εποχή της μεταπολίτευσης, και η ΕΑΑΚ δεν έχει πια τη φόρα που είχε τη δεκαετία του 1990. Οι κινητοποιήσεις κατά του Φορτσάκη και υπέρ του Ρωμανού, εγκλωβίστηκαν σε διεκδικήσεις απλώς «δημοκρατικές» ενάντια σε «φασιστικές εκτροπές» του Κράτους, και τελικά δεν άφησαν πίσω σχεδόν τίποτα. Στις περιόδους κορύφωσης των κινημάτων αυτών, δεν ωθήσαμε τα πράγματα μέχρι το τέρμα, επηρεαζόμενοι από το γενικό κλίμα αναμονής ή πίστωσης χρόνου στον ΣΥΡΙΖΑ. Από το Σεπτέμβρη και μετά, δοκιμάσαμε, χωρίς μεγάλη επιτυχία, μια νέα γραμμή «πρωτοβουλιών αγώνα» με κέντρο βάρους τη συνάντηση αριστερών πολιτικών οργανώσεων. Οι «πρωτοβουλίες αγώνα» αποτελούν διαχρονικά στοιχείο της γραμμής μας όταν δεν βρισκόμαστε σε συγκυρία «συνελεύσεις-καταλήψεις-διαδηλώσεις» προσπαθούν να εξειδικεύσουν ανά σχολή στόχους και να ανοίξουν εστίες αντιπαράθεσης. Οι αγώνες του Ρέθυμνου, της Πληροφορικής και του ΤΕΙ Χαλκίδας, κυρίως ο πρώτος, έδειξαν ότι μπορεί και από τη πιο μικρή διεκδίκηση να ανοιχτεί συνολική, μαζική αντιπαράθεση με τα καπιταλιστικά συμφέροντα. Το παράδειγμα του Ρεθύμνου αποδεικνύει τόσο τα όρια όσο και τις δυνατότητες της εποχής. Τις δυνατότητες, πως από ένα «μικρό» ζήτημα, στη πραγματικότητα καθόλου μικρό από τη σκοπιά των συμφερόντων της πληττόμενης πλειοψηφίας, άνοιξε αλυσιδωτά και με πολύ μαζικό τρόπο η γκάμα όλων των πολιτικών ζητημάτων, μέσα από διαδικασία συνελεύσεων, καταλήψεων, κινητοποιήσεων. Όριο, γιατί στο σήμερα το φοιτητικό κίνημα δεν μπορεί να συνολικοποιηθεί 2007 (όπως φάνηκε με το νόμο Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου), χωρίς να υπερβαίνει διαλεκτικά τα επιμέρους αιτήματα και συμφέροντα ανά τμήμα και σχολή, να τα συγχρονίζει και να τα δένει σε μια ενιαία απάντηση απέναντι στη σαρωτική επίθεση επιχειρηματικοποίησης. Οι αγώνες αυτοί δεν μπόρεσαν να γενικευτούν, όχι γιατί δεν ακολουθήσαμε κάποιο όμοιο με το Ρέθυμνο πανελλαδικό πρότυπο στην πολιτική μας παρέμβαση, αλλά γιατί δεν εξειδικεύσαμε συγκεκριμένα σε κάθε σχολή τη σύγκρουση με την επιχειρηματικότητα, που είναι ο κοινός εχθρός. Αλλά και γιατί δεν έχουμε μάθει να φέρνουμε σε μόνιμη επικοινωνία τους αγώνες και τους αγωνιστές των διαφορετικών πόλεων, εστιάζοντας με ταξικό κριτήριο στις πιο μαύρες σχολές, οικοδομώντας ανώτερους οργανωτικούς δεσμούς και οδηγώντας τις αυθόρμητες, στοιχειακές δυνάμεις αντίστασης σε μια πολιτική ενοποίηση χωρίς την οποία δεν μπορούν να αντιληφθούν την αναγκαιότητα της πανελλαδικής πάλης ενάντια στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο. Μια τέτοια γενίκευση της αντίστασης είναι, επιπλέον, αδύνατη σήμερα, χωρίς τη σύνδεση των αγώνων της φοιτητιώσας νεολαίας με τους νέους εργαζομένους, με τους μαθητές του «Νέου Λυκείου», με τα ΙΕΚ και τα προγράμματα επανακατάρτισης, με τα πληττόμενα κομμάτια των τοπικών κοινοτήτων, τα αντίστοιχα σωματεία των σχολών και τις πολιτικές πρωτοπορίες.
Η γενική κρίση των θεσμών της «δεύτερης εποχής του πανεπιστημίου» (βλ. π.χ όργανα συνδιοίκησης) που διατηρούνται ως αναχρονισμοί και με αμυντικούς αγώνες στο επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, αντιστοιχεί στη κρίση της «κευνσιανής ρύθμισης» και του κοινωνικού συμβολαίου κοινωνικών στρωμάτων και τάξεων που χαρακτήριζε το «Κράτος Πρόνοιας». Το ειδικά ελληνικό, μεταπολιτευτικό πολιτικο-συνδικαλιστικό πλαίσιο των φοιτητικών συλλόγων προέκυψε μέσα από αγώνες μέσα και ενάντια στον προηγούμενο τύπο πανεπιστημίου-μπορούμε να μιλήσουμε, κατ’αναλογία, για την κατάκτηση, τότε, ενός «Πανεπιστημίου Πρόνοιας», που διατηρούσε και αυτό ταξικούς φραγμούς και είχε «αναδιανεμητικό» χαρακτήρα, διατηρώντας όμως πάντα την ταξική διαστρωμάτωση. Το μοντέλο αυτό της «μεταπολίτευσης» εξιδανικεύεται από την Αριστερά, επειδή αποτέλεσε το χώρο αναπαραγωγής της, και συχνά ξεχνιούνται αυτές οι πλευρές στο όνομα της υπεράσπισης του χαμένου (συνδικαλιστικού) παραδείσου που χάθηκε. Σε κάθε περίπτωση, από τη στιγμή που αναγνωρίζουμε ότι έχει συμβεί μια τομή με την εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου και τη διπλή ταυτότητα του υποκειμένου, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι νέοι θεσμοί και συλλογικότητες, καθώς και νέοι φοιτητικοί σύλλογοι που θα αντιστοιχούν με τις ανάγκες του σήμερα, θα προκύψουν μόνο μέσα από την πάλη για σπουδές και άλλο περιεχόμενο και γνώση, ενάντια στη νέα κατάσταση στο πανεπιστήμιο, τη σύγκρουση με την επιχειρηματικότητα ως σύγχρονο πρόταγμα της αστικής τάξης και του κράτους για την εκπαίδευση και την ανάπτυξη, που πειθαρχεί αλλά και προσελκύει τη νεολαία. Η ΕΑΑΚ, έχοντας τα όρια του παρελθόντος, όχι απλά πρέπει να διατηρήσει τον αντικυβερνητικό και αντικαπιταλιστικό χαρακτήρα, αλλά πρέπει να ανταποκριθεί στη σύγκρουση με τη σύγχρονη επιχειρηματικότητα, σε όλες τις άμεσες και έμμεσες όψεις της, και αυτό θα έπρεπε να είναι το διακύβευμα στην πολιτική μας αντιπαράθεση με τους συμμάχους. Για αυτό και η ΕΑΑΚ όχι απλά δεν πρέπει να οπισθοχωρήσει σε λογικές ενός πολιτικού μετώπου που θα σώσει τάχα το υπάρχον πανεπιστήμιο από τη διάλυση. Η ΕΑΑΚ πρέπει η ίδια να ξεπεραστεί, όχι όμως ελαφρά τη καρδία, αλλά να βαθαίνοντας την αντικαπιταλιστική της πρακτική στις νέες πολιτικές συνθήκες.
Πιστεύουμε ότι η ΝΚΑ και τα σχήματα που υποστηρίζουν την αντίληψή της δεν πάλεψαν αρκετά ενάντια σε ρεφορμιστικές αντιλήψεις τους τελευταίους μήνες, στις σχολές και μέσα στην Ε.Α.Α.Κ, που εγκλωβίζουν τις αντικαπιταλιστικές αναζητήσεις της νεολαίας. Αυτή η φοβερή έλλειψη πολιτικής αντιπαράθεσης ύστερα από μια περίοδο πυκνών πολιτικών εξελίξεων (δημοψήφισμα, διάσπαση ΣΥΡΙΖΑ, τρίτο Μνημόνιο, διάσπαση ΑΝΤΑΡΣΥΑ, εκλογές κ.α), αποκρυσταλλώθηκε στο κείμενο κατάληξης του ΕΑΑΚ Αθήνας αλλά και στην ποιότητα του πολιτικού διαλόγου στο τελευταίο πανελλαδικό συντονιστικό της ΕΑΑΚ. Η οργάνωση της Σπουδάζουσας και γενικότερα η ΝΚΑ δεν θωρακίστηκε πολιτικοιδεολογικά, ενώ οι εσωτερικές διαφωνίες δεν ανοίχτηκαν στη βάση, στο εσωτερικό της οργάνωσης, αλλά ισορροπούσαν με γραφειοκρατικό τρόπο. Η αύξουσα ηγεμονία ημιρεφορμιστικών αντιλήψεων, η μεγάλη οπισθοχώρηση στο ζήτημα του πολιτικού περιεχομένου και του χαρακτήρα της ΕΑΑΚ, συνδέονται άμεσα με τις ερμηνείες περί της ξαφνικής μνημονιακής «μετάλλαξης» του ΣΥΡΙΖΑ-αποτελούν κορμό του ίδιου, «αντινεοφιλελεύθερου», δηλαδή μαχητικού κευνσιανού- αριστερού σκεπτικού. Στη μάχη των συμπερασμάτων, άρα και στη μάχη των κριτηρίων για την πολιτική στρατηγική και τη μετωπική τακτική που θέλουμε, βγαίνουμε ηττημένοι και παράξενα σιωπηλοί, απέναντι σε πολιτικές δυνάμεις που διέσπασαν την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, στήριξαν κριτικά ΣΥΡΙΖΑ, και τώρα μιλούν για κατάργηση της ΕΑΑΚ και «νέο αριστερό μόρφωμα». Και αυτό γιατί, από τις εκλογές στις οποίες καταψηφίσαμε την κοινή εκλογική κάθοδο με τη ΛΑΕ, εξακολουθούν να διαπερνούν τις «συνθέσεις» μας λογικές που αποφεύγουν την αντιπαράθεση με πολιτικές τύπου ΛΑΕ. Αντιπαράθεση που δεν είναι αυτοσκοπός, αλλά προκύπτει με ένα φυσικό τρόπο όταν συγκρουόμαστε με τις λογικές εθνικής ενότητας και καπιταλιστικής ανάπτυξης που βρίσκονται στον πυρήνα των λογικών της αστικής τάξης και των συμμάχων της.
Το Κριτήριο που μας έλειψε
Πρέπει να στρέψουμε το βλέμμα μας αλλού. Όχι κυρίαρχα στο κεντρικό πολιτικο-κοινοβουλευτικό θέαμα, αλλά σε αυτούς που δεν μπορούν να εκπροσωπηθούν από αυτό. Τις μέρες των εκλογών που έγιναν μετά το δημοψήφισμα, καμιά πολιτική δύναμη δεν ασχολούνταν στα σοβαρά με το «μεταναστευτικό-προσφυγικό» που μόλις είχε σκάσει στην ελλάδα, παρά μόνο οι πολιτικές δυνάμεις που ήθελαν να καρπωθούν τη ξενοφοβία, η ΝΔ και η Χ.Α. Τις μέρες των εκλογών, κανείς δεν ασχολούνταν με τους ανέργους, με τους υποαπασχολούμενους, με τους υποαμοιβόμενους, με αυτούς που έχουν αηδιάσει από την πολιτική και απείχαν γιατί δεν βλέπουν καμιά αλλαγή στη ζωή τους, ή καμία μελλοντική προοπτική. Δεν ισχυριζόμαστε πως όλη η αποχή των τελευταίων εκλογών ήταν αντικαπιταλιστική. Αλλά για όποιο λόγο και να απείχε κανείς, σε αυτές ειδικά τις εκλογές, με το Μνημόνιο κλεισμένο από τα πριν και ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ να ανταγωνίζονται ποιος θα το εφαρμόσει τεχνικά καλύτερα, θεωρούμε πως η αποχή αυτή είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, εκφράζοντας την απέχθεια απέναντι στον κοινοβουλευτικό ολοκληρωτισμό και τη δικτατορία των Αγορών, την οποία την υπηρετεί, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, όλο το επίσημο πολιτικό σύστημα. Αν η ΛΑΕ, ως μια πολιτικάντικη κατασκευή θέλησε λίγες μέρες πριν τις εκλογές να συγκροτηθεί, ίσα για να καλύψει το «πολιτικό κενό» εκπροσώπησης στα «αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ, εμείς θα πρέπει να εκφράσουμε παντού, στην κοινωνία, στη νεολαία, με διεθνιστικό τρόπο, ένα άλλο πολιτικό κενό, το πολιτικό κενό εκπροσώπησης των χιλιάδων ή εκατομμυρίων εργαζομένων που δεν είναι γραμμένοι σε σωματεία, των μεταναστών που δεν είναι γραμμένοι στα εκλογικά μητρώα, των ανθρώπων και των επιθυμιών που δεν χωράνε σε έναν πολιτικό μηχανισμό που δεν ικανοποιεί στοιχειώδεις ανάγκες.
Δεν υπάρχει ηγεμόνευση των ρεφορμιστών από τις επαναστατικές δυνάμεις μέσα στο πολιτικό μέτωπο. Υπάρχει μόνο εργαλειακή αξιοποίηση του παραδοσιακού εργατικού ρεφορμισμού ή άλλων ρεφορμιστικών δυνάμεων για την ένταση του κοινωνικού ανταγωνισμού, με τις πολιτικές διαδρομές τελικά, πάντοτε, να αποκλίνουν-όταν δεν κατέληγαν στην υποταγή των επαναστατικών αντιλήψεων στις διαχειριστικές. Θέλουμε διαρκή οικοδόμηση μετωπικών όρων στο πραγματικό κίνημα και αταλάντευτη πολιτική προσήλωση στον αντικαπιταλιστικό μας στόχο-χωρίς καθόλου να αποκλείει το ένα το άλλο.


2. ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΕΡΓΑΤΙΚΗΣ ΣΤΡΟΦΗΣ


Η ΝΚΑ θα πρέπει να επιδιώξει την υλική συνάντηση του ευρύτερου διάχυτου αντικαπιταλιστικού δυναμικού και ρεύματος μέσα και έξω από τις σχολές στους αγώνες της πληττόμενης πλειοψηφίας της νεολαίας. Η ζωή έχει δείξει ότι στο αντικαπιταλιστικό ρεύμα ανήκουν και πολιτικοποιημένα κομμάτια της αναρχίας-αυτονομίας και της ΚΝΕ, τα οποία συχνά και με έναν αριστερό-σεχταριστικό τρόπο καταδικάζονται συλλήβδην, παραβλέποντας την αγωνιστική παρουσία τους σε φοιτητικούς (βλ. Free 5), ευρύτερους νεολαιίστικους (π.χ Ρωμανός), και εργατικούς (τα παραδείγματα εδώ είναι πολλά), αγώνες. Παρά τη γενική ανεπάρκειά τους το προηγούμενο διάστημα, οι πειραματισμοί με διαφορετικές από τη συνέλευση μορφές αγώνα πρέπει να συνεχιστούν, αυτή τη φορά όμως με πολύ καλύτερη εξειδίκευση ανά σχολή και με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες των υποκειμένων στα οποία απευθυνόμαστε. Η ΝΚΑ οφείλει να μη φοβηθεί τέτοιες πρωτότυπες πολιτικές συναντήσεις, και εκτός των τειχών των γνωστών και φίλων παλιάς και νέας ΕΑΑΚ. Είναι χαρακτηριστικό πως, την ίδια ώρα που γινόταν η συνέλευση «νέοι και νέες» ενάντια στο ασφαλιστικό, στο ίδιο κτίριο σε διπλανή αίθουσα γινόταν συνέλευση του αναρχικού χώρου με μαθητές και νεολαίους, με αντικείμενο κινητοποιήσεις απέναντι στο Ασφαλιστικό. Θα άξιζε τουλάχιστον να ακούσουμε τι έχουν να πουν και τι είναι διατεθειμένοι να πράξουν.
Με τέτοιου τύπου εργαλεία οφείλουν η ΝΚΑ και η ΕΑΑΚ να ανοίξουν ένα νέο γύρο αντικαπιταλιστικής αναζήτησης στη νέα γενιά:
Με αντικαπιταλιστικό πολιτικό φοιτητικό κίνημα…
με βάση την ανάλυσή μας για το επιχειρηματικό πανεπιστήμιο, κεντρικοί στόχοι της ΝΚΑ θα πρέπει να είναι η σύγκρουση με την επιχειρηματική ουσία του πανεπιστημίου σε όλες τις πτυχές. Η παύση π.χ των ερευνητικών προγραμμάτων με όρους κινηματικής επιβολής και σαμποτάζ όχι απλά θα βάλει το ζήτημα του εργατικού ελέγχου στο Πανεπιστήμιο αλλά ταυτόχρονα θα λειτουργήσει εκβιαστικά προς το κεφάλαιο που έχει εναποθέσει σε ένα μεγάλο βαθμό το ερευνητικό σκέλος της ανάπτυξής του στα Πανεπιστήμια. Με αυτό εννοούμε: α) τη χαρτογράφηση και δημοσιοποίηση όλων των ερευνητικών προγραμμάτων και των χορηγιών του πανεπιστημίου β) την αξιολόγησή τους από τον φοιτητικό-εργατικό έλεγχο γ) την αξιοποίηση περιουσίας των πανεπιστημίων για τις ανάγκες των φοιτητών-εργαζομένων. Με επιβολή συλλογικής χρήσης της περιουσίας του Πανεπιστημίου που ξεπουλιέται (π.χ. κατάληψη στέγης για φοιτητές από την επαρχία, νέους ανέργους κλπ) θα μπλόκαρε επίσης την τάση για ιδιωτικοποίηση της πανεπιστημιακής περιουσίας ως μορφή επιδότησης στο κεφάλαιο αλλά και θα δρούσε ως μορφή επανοικειοποίησης του χώρου και οικοδόμησης ανατρεπτικών κοινωνικών σχέσεων. Επιπλέον, η πάλη ενάντια στην εντατικοποίηση ως πειθάρχηση στην επιχειρηματική λειτουργία του πανεπιστημίου, ενάντια στα υποχρεωτικά μαθήματα και η απαίτηση καταβολής μισθού για αυτά και για τις άλλες μορφές απλήρωτης εργασίας μέσα στο πανεπιστήμιο, η απαίτηση πτυχιακών εξεταστικών και άλλων μορφών διευκόλυνσης των φοιτητών ως ανακούφιση από την ιδιόμορφη «εργασία» τους, η απαίτηση σίτισης στέγασης και συγγραμμάτων που στοχοποιεί όχι απλώς τη κυβέρνηση ή τους καθηγητές αλλά και τις επιχειρήσεις, είναι αναγκαία στοιχεία αυτής της πολιτικής.
Θα πρέπει να επαναφέρουμε στο προσκήνιο το θετικό πρόταγμα για μια απελευθερωτική παιδεία, για ένα πανεπιστήμιο της κοινωνικής χειραφέτησης και απελευθέρωσης, που θα είναι ολοκληρωτικά δημόσιο-δωρεάν, γιατί ακριβώς θα προσανατολίζεται στην κάλυψη των αναγκών και επιθυμιών της κοινωνίας, όχι της Αγοράς και των επιχειρήσεων, στη βάση της κοινωνικής τεχνολογίας, αντί για την ιδιωτική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της επιστήμης και της τεχνικής από την ιδιωτική κερδοφορία. Η ΝΚΑ οφείλει, πάνω στην αλλαγή των προγραμμάτων σπουδών, να προβάλλει τη δική της αντίληψη για το περιεχόμενο της γνώσης, και να πρεσβεύει στο εσωτερικό της όσο και εξώστρεφα τη σημασία του απελευθερωτικού πυρήνα της γνώσης.
Με κοινωνικοπολιτικό αντιεργοδοτικό συντονισμό…
με δυνάμεις της αριστεράς και της αναρχίας/αυτονομίας, και με τρίπτυχο Δουλειά για όλους-ασφάλιση για όλους-Μείωση του χρόνου εργασίας. Πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι η Attack και η Λάντζα να αποτελέσουν το πολιτικό νεύρο ενός παναθηναικού και πανελλαδικού αντιεργοδοτικού συντονισμού, μιας «επιθεώρησης εργασίας» του κινήματος που θα περιλαμβάνει ένα αστερισμό σωματείων, σχημάτων, εργατικών λεσχών, πολιτικών οργανώσεων και συλλογικοτήτων, φοιτητών, εργαζομένων, απαιτώντας λιγότερη δουλειά-δουλειά για όλους-καλύτερους μισθούς, ασφάλιση για όλους. Πρέπει οι μεμονωμένοι αγώνες, το Καραβάνι Αλληλεγγύης, η Κυριακάτικη Αργία, οι απεργοί της Cosco να συναρθρωθούν, να συμπράξουν, να βαθύνουν και να γεννήσουν μια νέα αντικαπιταλιστική θεωρία, πολιτική, δράση και φυσιογνωμία. Η Σπουδάζουσα Αθήνας πρέπει να αναβαθμίσει κατά πολύ τον συντονισμό της με την Attack και τη Λάντζα, και μέλη της ΟΝΕ να αναλάβουν το κομμάτι της σύνδεσης με τις φοιτητές-εργαζόμενους. Με αυτό το κριτήριο πρέπει να κάνουμε μετωπική πολιτική, και να είμαστε διατεθειμένοι να συμμετέχουμε όχι μόνο στη «δικιά μας» Attack, τη Λάντζα, κλπ, αλλά σε οποιαδήποτε πρωτοβουλία βάζει ανάλογη κατεύθυνση.
Με αντιπολεμικές πρωτοβουλίες και δράσεις υπέρ των μεταναστών
Η ΝΚΑ και η ΕΑΑΚ θα μπορούσαν να διοργανώσουν μια συντονισμένη δράση στην Μυτιλήνη, το Σχιστό, την Κω και αλλού, ή και στην Αθήνα, με το συντονισμό του Αριστοτέλη, το Δίκτυο Σπάρτακος και την Αντιπολεμική Διεθνιστική Κίνηση, και άλλα πολύμορφα εγχειρήματα που δρουν στην Αθήνα). Οφείλουμε να να εξετάσουμε τις άλλες καταλήψεις που υπάρχουν στην Αθήνα όπως η Δερβενίων, αλλά και να σκεφτούμε μια πιο κινηματική αξιοποίηση του χώρου της Λέσχης, για παράδειγμα με πολιτικές εκδηλώσεις, συλλογή τροφίμων και συντονισμό με άλλα κομμάτια υπέρ των μεταναστών. Σωστά δεν επιλέγουμε ανάμεσα σε μια στάση τύπου ΚΚΕ και μια στάση τύπου ΑΚ, όμως δεν έχουμε βρει ακόμα τι σημαίνει αντικαπιταλιστική δράση μαζί με τους μετανάστες. Ο Συντονισμός του Αριστοτέλη, το Δίκτυο Σπάρτακος και η Αντιπολεμική Διεθνική Κίνηση πρέπει να στελεχωθούν από τη Σπουδάζουσα και να χαρτογραφήσουν όλες τις ενεργές διαδικασίες αλληλεγγύης, στην Αθήνα, στη Θεσσαλόνικη, στα νησιά του Αιγαίου, να τις αξιολογήσουμε και να κρίνουμε σε ποια μέτωπα η οργάνωση θα παρέμβει ενεργά.
Με κοινωνικά-πολιτισμικά κέντρα αγώνα…
με αγωνιστικά στέκια και αντιφασιστικές πρωτοβουλίες που συνδέονται λιγότερο ή περισσότερο με την πάλη ενάντια στο Κράτος και το Κεφάλαιο (όπως οι Εργατικές Λέσχες, η αντιφασιστική πρωτοβουλία Βύρωνα κ.α). Καταλήψεις με εξώστρεφες πολιτικές εκδηλώσεις, διαύλους ζύμωσης όχι μόνο με το φοιτητικό σώμα αλλά και με τα πληττόμενα λαϊκά στρώματα, τον κόσμο της εργασίας, νέους ανέργους κλπ. Τόπος συνάντησης του κινήματος της νεολαίας και του εργατικού κινήματος, αλλά και του κοινωνικού περιθωρίου αστέγων και μεταναστών. Καταλήψεις πανεπιστημιακών κτιρίων και οικειοποίησή τους από το φοιτητικό σύλλογο με τη λογική της φοιτητικής-εργατικής Λέσχης.


Με την ΕΑΑΚ
Πιστεύουμε ότι η ΝΚΑ στην ΕΑΑΚ πρέπει να προχωρήσει με τον εξής τρόπο κατά τη διαμόρφωση της νέας ιδρυτικής διακήρυξης της ΕΑΑΚ: αρχικά, χωρίς να διαπραγματεύεται τα κεκτημένα της ΕΑΑΚ (με άξονα αναφοράς π.χ τα δύο τελευταία πανελλαδικά διήμερα), να παλέψει να έχει η ΕΑΑΚ βαθύτερο αντικυβερνητικό και αντικαπιταλιστικό στίγμα, μετά και την εμπειρία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και του νομοσχεδίου Μπαλτά. Η ΝΚΑ πρέπει να επιλέξει κάποια στρατηγικά πολιτικά σημεία, όπως α) την εναντίωσή της σε κυβερνητική διαχείριση και β) σε κάθε εκπαιδευτική πολιτική που έχει σκοπό την εθνική ανάπτυξη και ανασυγκρότηση του ελληνικού καπιταλισμού. Σε κάθε περίπτωση, η κόκκινη γραμμή μας πρέπει να είναι η θεματολογία και το πολιτικό περιεχόμενο των τριών τελευταίων πανελλαδικών συντονιστικών της ΕΑΑΚ, που καταγράφουν πολιτική ηγεμονία της οργάνωσής μας και προέκυψαν μέσα από πολύωρες διαδικασίες σύνθεσης με τους συμμάχους και αποκρυστάλλωση κινηματικών εμπειριών μας μαζί τους. Στόχος μας είναι η διεύρυνση της ΕΑΑΚ πρωτίστως με αγωνιστές. Επιπλέον, θα θέλαμε η απόφαση της ΝΚΑ για το πώς πηγαίνουμε στην ΕΑΑΚ να είναι αποτέλεσμα ολομελειακής διαδικασίας. Τους τελευταίους πολλούς μήνες, άτυπες συνεννοήσεις με την ΑΡΕΝ ή με εκπροσώπους της ΛΑΕ στη νεολαία, δεν έχουν βοηθήσει στη προώθηση ενός ανοιχτού, δημοκρατικού διαλόγου στο εσωτερικό μας για τη μετωπική μας πολιτική. Είναι χαρακτηριστικό ότι για τη πρωτοβουλία «Νέοι-Νέες ενάντια στο Ασφαλιστικό» , τη μέρα και τον τρόπο διεξαγωγής, δεν ειδοποιήθηκε καν η Σπουδάζουσα Αθήνας, παρά μόνο μία μέρα πριν. Όσον αφορά τη συζήτηση για το κοινό εκλογικό κατέβασμα με την ΑΡΕΝ, όποιος θεωρεί ότι η ΕΑΑΚ είναι ισότιμη, πολιτικά, οργανωτικά, κινηματικά, με την πρώην νεολαία ΣΥΡΙΖΑ στα πανεπιστήμια, και πως οφείλει να δικαιώσει και να αναβαθμίσει την πολιτική αυτοτέλεια της ΑΡΕΝ αντί να την πιέσει να ενταχθεί στους κόλπους της ΕΑΑΚ, πιθανώς ταυτόχρονα θεωρεί ότι μια ΕΑΑΚ με ΑΡΑΝ, ΑΡΑΣ, ΑΡΕΝ, και με συγκροτημένη ΛΑΕ δίχως ισχυρές πολιτικές εγγυήσεις και πολιτικό διεμβολισμό της ΑΡΕΝ, θα προωθήσει, άγνωστο πώς, την πολιτική ηγεμονία της ΝΚΑ και των αντικαπιταλιστικών ιδεών, σε καιρό κινηματικής κάμψης. Εκτός αν μιλάμε για τη προώθηση, μέσα από αυτό το σχέδιο, μιας άλλου τύπου ηγεμονίας.
Αντ’αυτού, η ΝΚΑ θα πρέπει να επιδιώξει για την ΕΑΑΚ αυτοτελές πολιτικό κατέβασμα σε όλες τις σχολές, και να αφήσει εκείνες τις ΟΒ και τα σχήματα που έχουν μετρήσει πραγματικά βήματα πολιτικής και κινηματικής ενοποίησης με την ΑΡΕΝ να αποφασίσουν αν θα προτείνουν, στη βάση του αντικαπιταλιστικού πολιτικού πλαισίου, ένα εκλογικό κατέβασμα της ΕΑΑΚ με συνεργαζόμενες πολιτικές δυνάμεις (ΑΡΕΝ), δηλαδή με ηγεμονία της ΕΑΑΚ στη βάση των κριτηρίων του αντικαπιταλιστικού προγράμματος, και πανελλαδική καταγραφή στην ΕΑΑΚ. Τα «ονόματα», τα «κείμενα» και οι «καταγραφές» δεν είναι αδιάφορα, είναι πολιτικές θέσεις. Σε εποχή δομικής καπιταλιστικής κρίσης, η διαφορά ανάμεσα σε αυτόν που δηλώνει ρητά αντικαπιταλιστής, διαφόρων αποχρώσεων, και εκείνου που δηλώνει απλά «Αριστερός», είναι τεράστια.
Απαντώντας στη Συγκυρία
Κατά γενική ομολογία, οι τρεις κόμβοι της συγκυρίας είναι το ασφαλιστικό, το μεταναστευτικό, και το νομοσχέδιο Φίλη. Και αν για τα πρώτα δύο προσπαθήσαμε να σκιαγραφήσουμε κάποια γενικά κριτήρια, στεκόμαστε τελικά τώρα απέναντι στο νέο νομοσχέδιο για τη παιδεία, για το οποίο δεν έχουμε αναλύσει, συζητήσει, σχεδιάσει επαρκώς.
ΝΟΜΟΣ ΦΙΛΗ
Πολλές φορές ο υπουργός παιδείας Φίλης χρησιμοποιεί το επίθετο εθνικός : «εθνικής- δημοκρατικής αναγέννησης», «το συγκριτικό εθνικό πλεονέκτημα της εκπαίδευσης», «εθνικό κοινωνικό διάλογο» κ.α. Προφανώς το νέο αστικό αφήγημα για την εκπαίδευση θα προσπαθήσει να παρουσιάσει διαταξικά τα προβλήματα και κάτω από τον «πατριωτισμό» του μνημονίου να δώσει «εθνικές» λύσεις. Σε απλά ελληνικά ο Φίλης ζήτα την άνευ όρων συναίνεση της κοινωνίας στην διάλυση της εκπαίδευσης και την υποταγή της στην αγορά, το κεφάλαιο ,τον ΟΟΣΑ, την ΕΕ. Όλα αυτά συμπυκνώνονται λεπτομερώς στο νέο νόμο-πλαίσιο που έχει δεσμευτεί η κυβέρνηση να περάσει τον Απρίλιο του 2016. Παρόλο που ακόμη δεν έχει ανακοινωθεί στο σύνολό του ο νόμος μπορούμε να συνάγουμε κάποια βασικά συμπεράσματα από τις εξαγγελίες της επιτροπής εθνικού διαλόγου για την παιδεία .Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο το οποίο στρώνει το έδαφος τόσο της αναδιοργάνωσης και επιχειρηματικοποίησης των σχολών μας.
Υπάρχει όξυνση των ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων μέσω διδάκτρων αλλά και έμμεσα μέσω των πιστωτικών μονάδων αναπτύσσεται ολοένα και περισσότερο η ανταποδοτική μέριμνα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι σχολές του ΕΜΠ και η ανισόμετρη κατανομή των πιστωτικών μονάδων ανά βαθμίδα (βλεπε κειμενο ΕΜΠ). Αυτό μάλιστα έχει μια αξία να το δούμε σε συνάρτηση με τις εξαγγελίες για «εθελοντική» εργασία που προτείνεται στους εκπαιδευτικούς έτσι ώστε να «εξασφαλίσουν» μόρια για το διορισμό τους. Η εθελοντική εργασία στα κρατικά «φροντιστήρια», δηλαδή στα προγράμματα πρόσθετης διδακτικής στήριξης που επιστρέφουν στα σχολεία φέτος με το πρώτο νομοσχέδιο που θα συντάξει το υπουργείο Παιδείας, θα είναι ένα από τα κριτήρια στο νέο σύστημα αξιολόγησης των εκπαιδευτικών.
Γίνεται λόγος για νέο εθνικό φορέα έρευνας που θα συγκεντρώσει τους πόρους από ΕΣΠΑ και θα βρίσκεται σε ανάδραση με τις επιχειρήσεις προκειμένου να δημιουργηθούν νέα προγράμματα. http://www.tovima.gr/files/1/2016/01/09/EREYNA.pdf (όλος ο νόμος) http://www.opengov.gr/ypepth/?p=2690 (οι τροποποιήσεις σχετικά με την έρευνα) Από εδώ μπορούμε να εξάγουμε το συμπέρασμα πως βαίνουμε σε μια αναδιάρθρωση που θα καθιστά πραγματικά μεγάλη μερίδα των φοιτητών απλήρωτους εργάτες και την εκμετάλλευση της διανοητικής και χειρωνακτικής εργασίας προς όφελος αφενός του κεφαλαίου και του εκάστοτε επιχειρηματία και αφετέρου του συλλογικού καπιταλιστή (κράτος ) .
Τέλος πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στην πρόταση που εισάγεται (και εν μέρει υλοποιείται, με γοργούς ρυθμούς) περί διδάκτρων τόσο σε προπτυχιακά και μεταπτυχιακά τμήματα όσο και στο κομμάτι εκείνων των φοιτητών που δεν καταφέρνουν μέσα από τις Πανελλαδικές να περάσουν στην σχολή προτίμησής τους.
Το φοιτητικό κίνημα τα προηγούμενα χρόνια κατάφερε να επιβάλλει μια χρονοκαθυστέρηση όσο αφορά την συνολική αναδιάρθρωση μέσα από αγώνες όπως το 06’-07’ και το 12’.Ωστόσο αναγιγνώσκουμε σήμερα ότι αυτοτελές φοιτητικό κίνημα δεν μπορεί να αποβεί νικηφόρο αν δεν έχει ως συστατικό στοιχείο του την σύνδεση του με το εργατικό και άλλους αγώνες που ξεσπούν στην κοινωνία .Το σχέδιο της αστικής τάξης και της κυβέρνησης αυτή τη στιγμή βαίνει προς ολοκλήρωση αν δεν το εμποδίσει κανείς .Και εδώ για μας πρέπει να τίθεται το ερώτημα με ποιο τρόπο μπορεί να εμποδιστεί αυτή η κίνηση; Ο αγώνας που πρέπει να δοθεί σε αυτή την συγκυρία πρέπει να καταφέρει να συνενώσει όλα εκείνα τα κομμάτια της πληττόμενης νεολαίας δημιουργώντας ένα χείμαρρο αναταραχών. Από τους φοιτητές , το προσωπικό των σχολών (καθαρίστριες ,διοικητικοί υπάλληλοι κτλ), τους άνεργους νέους ,τους ελασταφάλιστους και υπαμειβόμενους σε πρώτη φάση αλλά και τους καθηγητές ,τους δασκάλους και τους αδιόριστους που προσπαθούν καιρό τώρα να μπουν σε αγωνιστική τροχιά .Η προσπάθεια μπλοκαρίσματος του Εθνικού Διαλόγου για την παιδεία σε συνεργασία με τις Παρεμβάσεις ,την Αttack και κομμάτια της περιπλανώμενης νεολαίας πρέπει να συνεχιστεί και να αναβαθμιστεί .Η προσπάθεια αυτή πρέπει να καταφέρει να συνδεθεί με το ζήτημα του ασφαλιστικού .Ο σχηματισμός δηλαδή μιας κοινότητας αγώνα η οποία θα έχει ως προμετωπίδα της την επιβολή των αναγκών της. Δεν πρέπει να υποπέσουμε στο σφάλμα να καλούμε τους φοιτητικούς συλλόγους και τα υπόλοιπα κομμάτια σε μια διεκδίκηση της πρότερης κατάστασης. Για τους φοιτητές αλλά και συνολικά στο ταξικό εκείνο ρεύμα που θέλουμε να απευθυνθούμε παλιός και νέος νόμος για την παιδεία ,παλιό και νέο ασφαλιστικό τους πετούν απέξω με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Για το λόγο αυτό τα αιτήματα μας και τα πλαίσια πάλης μας πρέπει να είναι τέτοια που να καταφέρνουν να περιγράφουν την δυνατότητα που θα μπορούσε να υπάρχει (εδώ εννοούμε ότι υπάρχουν τις δυνατότητες που δίνει η εποχή) να καταφέρει να ζήσει, να σπουδάσει, να εργαστεί και να απολαμβάνει
Η ΝΚΑ πρέπει να προτάξει αυτό που ήθελε να προτάσσει πάντα. Αντί για την υπεράσπιση του …Νόμου-Μπαλτά13 ή των «καλών πτυχών του νόμου Φίλη», Δεν μας ταιριάζει η ηττοπάθεια που λέει, χωρίς τους συμμάχους δεν μπορούμε να πετύχουμε τίποτα. Από τις αντιφάσεις μας έχουμε να γεννήσουμε την κομμουνιστική επαναθεμελίωση, που είναι αναγκαία για τον κομμουνισμό όσο ο κομμουνισμός για την ανθρωπότητα.


1 Σε ένα γνωστό αστικό εγχειρίδιο για την οικονομική μεγέθυνση, ο καθηγητής του Harvard  P.Aghion, και ο S.N Durlauf, έγραφαν πως, όχι απλά παρατηρείται κάμψη της παραγωγικότητας στις χώρες του ΟΟΣΑ τις τελευταίες 3 δεκαετίες, αλλά το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται σε ένα δείγμα χωρών πολύ ευρύτερο, που περιλαμβάνει 96 χώρες, 23 εντός ΟΟΣΑ και 73 εκτός ΟΟΣΑ, όπου παρατηρείται μια πτώση του ρυθμού αύξησης της παραγωγικότητας, από το 2,7% στο 1,1% το χρόνο κατά μέσο όρο. Ακόμα και στην Ασία, την πιο δυναμική οικονομικά ήπειρο των τελευταίων 40 χρόνων, ο ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας έπεσε κατά μέσο όρο 0,4%. Σε παρόμοια συμπεράσματα καταλήγουν εκθέσεις του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ, το 2014 και 2015 αντίστοιχα. Βλ. http://bestimmung.blogspot.gr/2015/10/blog-post_12.html. Η κρίση του καπιταλισμού είναι βαθιά, πολύ βαθιά, και δεν έχει νομισματική ή δανειακή, αλλά παραγωγική βάση.
2 Σε πρόσφατη έκθεσή του (2014), ο ΟΟΣΑ επικαιροποιεί προηγούμενες μελέτες για τη συμβολή των μεταναστών στην καπιταλιστική μεγέθυνση. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε αυτή τη συμβολή σε δύο κύριες κατηγορίες, τη συμβολή τους ως εργατικό δυναμικό και τη συμβολή τους ως δημογραφικό δυναμικό, με τις δύο αυτές παραμέτρους να συνδέονται στενά μεταξύ τους. Όσον αφορά την αγορά εργασίας, σημειώνεται ότι τα τελευταία δέκα χρόνια, οι μετανάστες αντιπροσωπεύουν το 47% της αύξησης της ποσότητας εργασιακής δύναμης στις ΗΠΑ, και το 70% στην Ευρώπη. Στο ίδιο χρονικό διάστημα, οι μετανάστες αντιπροσωπεύουν περίπου το 24% στην Ε.Ε και το 28% στις ΗΠΑ των νέων εισόδων εργαζομένων στους τομείς απασχόλησης που συρρικνώνονται περισσότερο και που θεωρούνται από τους ντόπιους μη ελκυστικές θέσεις εργασίας ή θέσεις με μηδενικές προοπτικές καριέρας. Οι τομείς αυτοί, σύμφωνα με την έκθεση, αφορούν χειρωνακτικές εργασίες, εργασίες χειρισμού μηχανημάτων, εργασίες στην παραγωγή-μεταποίηση, την εγκατάσταση, τη συντήρηση και την επισκευή (OECD, 2014). Εκτός από τις δουλειές χαμηλής ειδίκευσης, οι μετανάστες συμβάλλουν και στη προσφορά «ανθρώπινου κεφαλαίου» υψηλής ειδίκευσης και γνώσης, ανάλογα με το μορφωτικό τους επίπεδο και τη χώρα προέλευσης. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι νέοι μετανάστες αντιπροσωπεύουν το 22% των εισόδων στους ραγδαία αναπτυσσόμενους τομείς απασχόλησης στις Η.Π.Α και το 15% στην Ευρώπη. Κατά κύριο λόγο σε υπηρεσίες Υγείας, Επιστήμης, Τεχνολογίας, Μηχανικής και Μαθηματικών. Όσον αφορά τη συμβολή των μεταναστών ως δημογραφικό δυναμικό, οι μεταναστευτικές ροές αποτελούν αντισταθμιστικό παράγοντα στη δημογραφική γήρανση που παρατηρείται σε όλο το δυτικό κόσμο, αλλάζοντας την ηλικιακή πυραμίδα, βελτιώνοντας την αναλογία εργαζομένων-συνταξιούχων και άρα τα δημοσιονομικά δεδομένα του κράτους, και ρίχνοντας τον μέσο όρο ηλικίας της εργασιακής δύναμης, γεγονός που προσφέρει, εκτός από περισσότερα χρόνια απόσπασης υπεραξίας, μεγαλύτερες προοπτικές εκμάθησης, προσαρμογής και ευελιξίας των εργαζομένων στις διαρκώς εναλλασσόμενες συνθήκες της οικονομίας. Βλ OECD, Is migration good for economy?, Migration Policy Debates, 2014.
3 . Στην Ελλάδα των τελευταίων δύο δεκαετιών, η συμβολή των μεταναστών εντοπίζεται κυρίως στα επαγγέλματα χαμηλής ειδίκευσης, δηλαδή στα επαγγέλματα εκείνα που αναφέρονται στην «παραδοσιακή εργατική τάξη», όπως δείχνουν μελέτες γύρω από την ταξική σύνθεση (Πετράκη, 2012). Μολονότι οι υπολογισμοί είναι ιδιαίτερα δύσκολοι, καθώς οι περισσότεροι μετανάστες γίνονται αντικείμενο εκμετάλλευσης σε καθεστώς ημιπαρανομίας, υπολογίζεται ότι την περίοδο 2000-2005, στα (ειδικευμένα) επαγγέλματα του χτίστη, του μπετατζή και του σοβατζή το ποσοστό διείσδυσης των μεταναστών ήταν 31-35% και στα ανειδίκευτα επαγγέλματα της οικιακής βοηθού, του ανειδίκευτου αγρεργάτη και του ανειδίκευτου εργάτη παρουσιάζεται ποσοστό διείσδυσης 44-67%. Σύμφωνα με τα ίδια ευρήματα, η αύξηση της απασχόλησης στην Ελλάδα κατά 6,9% την περίοδο 2000-2005 οφείλεται το ελάχιστο κατά το ήμισυ στην τοποθέτηση μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού στην αγορά εργασίας. Βλ Γεωργία Πετράκη, Μια στατιστική εικόνα της εξέλιξης της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, 2012.
4 Κ.Μάρξ, Το Κεφάλαιο, 3τ., Σύγχρονη Εποχή, σελ 424-425. Επιχειρήσεις συμβάλλονται με το Πανεπιστήμιο παραγγέλλοντας γνώση (μέσω έρευνας, εργασιών κ.ο.κ), την οποία το πανεπιστήμιο αποσπά δωρεάν από τους φοιτητές.
5 Η επιχειρηματικοποίηση στην Ελλάδα είναι κυρίαρχη τάση από τη δεκαετία του 1980, όμως η εδραίωση του επιχειρηματικού πανεπιστημίου στην Ελλάδα έρχεται τη δεκαετία του 1990. Στην Παγκόσμια Κατάταξη των πανεπιστημίων, που περιλαμβάνονται περισσότερα από 20.000 ιδρύματα, βρίσκονται τα 14 από τα 23 ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια στο κορυφαίο 10% της παγκόσμιας κατάταξης και 20 από τα 23 στο κορυφαίο 20% . Μάλιστα, το ΑΠΘ βρίσκεται στο κορυφαίο 1% και τέσσερα πανεπιστήμια (Πατρών, ΕΚΠΑ,ΕΜΠ, Κρήτης) στο κορυφαίο 3% της παγκόσμιας κατάταξης. Άλλα 3 δημόσια πανεπιστήμια (Ιωαννίνων, Αιγαίου, Θράκης) βρίσκονται στο 2012, στο καλύτερο 5% της παγκόσμιας κατάταξης, και άλλα 6 (Θεσσαλίας, ΟΠΑ, Πολυτεχνείο Κρήτης, Μακεδονίας, Πειραιώς και Γεωπονικό) βρίσκονται στο κορυφαίο 10%. Επιπλέον, στο διάστημα 1993-2012 ο αριθμός των μεταπτυχιακών διπλωμάτων ειδίκευσης αυξάνεται από 365 σε 9.695 (αύξηση 1816%) και των διδακτορικών από 567 σε 1726 (αύξηση 204%). Την ίδια περίοδο, ο δείκτης απήχησης (μέσος όρος αναφορών ανά δημοσίευση) των ελληνικών δημοσιεύσεων υπερδιπλασιάστηκε συγκλίνοντας σημαντικά με τον μέσο δείκτη απήχησης χωρών της ΕΕ και του ΟΟΣΑ (5,70), και ο ετήσιος αριθμός δημοσιεύσεων των ελληνικών πανεπιστημίων υπερτετραπλασιάστηκε: το 2012 στη βάση δεδομένων του NSI καταγράφηκαν 9.265 δημοσιεύσεις έναντι 2.100 δημοσιεύσεων το 1993 (αύξηση 340%). Ο ετήσιος αριθμός αναφορών δημοσιεύσεων των ελληνικών πανεπιστημίων για την ίδια περίοδο σχεδόν δεκαπλασιάστηκε: το διάστημα 2008-2012 στη βάση δεδομένων του NSI καταγράφηκαν 234.903 αναφορές σε ελληνικές πανεπιστημιακές δημοσιεύσεις, έναντι 25.000 περίπου αναφορών το διάστημα 1993-1997 (αύξηση 840%). Τέλος, την περίοδο 1993-2012 οι συνεργασίες των ελλήνων πανεπιστημιακών με ερευνητές άλλων ωρών πενταπλασιάστηκαν: το 2012 ο αριθμός των δημοσιεύσεων πανεπιστημιακών με διεθνείς συνεργασίες ήταν 4.161 έναντι περίπου 800 το 1993 (αύξηση 420%). Βλ. http://www.efsyn.gr/arthro/giati-prepei-na-katargithei-aytarhiko-montelo
. «Ο ΣΕΒ σε συνεργασία µε τις Μονάδες Καινοτοµίας και Επιχειρηµατικότητας του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου και του Πανεπιστηµίου Θεσσαλίας και γενικότερα µε τα Πανεπιστηµιακά Ιδρύµατα και τα Ερευνητικά Κέντρα της χώρας, αναλαµβάνει πρωτοβουλία για την ουσιαστική και συστηµατική ενίσχυση της Καινοτόµου Επιχειρηµατικότητας. Απευθύνεται σε φοιτητές, μεταπτυχιακούς φοιτητές, νέους αποφοίτους, ερευνητές και μέλη ΔΕΠ που έχουν µια καινοτόµο επιχειρηµατική ιδέα και θέλουν να τη µετατρέψουν σε κερδοφόρα επιχείρηση. Προσφέρει την τεχνογνωσία αξιολόγησης των ιδεών και µετατροπής τους σε αξιοποιήσιµα επιχειρηµατικά σχέδια, δίνοντας τις προοπτικές για ανάπτυξη και επαγγελµατική επιτυχία».
9 Βλ. για Οικονομικά της Εκπαίδευσης και Ανθρώπινο Κεφάλαιο http://gen.lib.rus.ec/search.php?req=human+capital+education&open=0&view=simple&phrase=1&column=def
10 Σύμφωνα με δημοσιεύματα στον ελληνικό τύπο (π.χ Έθνος, Δευτέρα 18/8/2014), οι φοιτητές προτρέπονται να σπουδάσουν ανθρωπιστικές σπουδές σε μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Με δίδακτρα από 10.000 έως 25.000 δολλάρια, μερικά από τα πιο φημισμένα πανεπιστήμια για ανθρωπιστικές σπουδές στις ΗΠΑ είναι τα εξής: UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF ΝΟΤRΕ DΑΜΕ, ΜΙCΗΙGΑΝ SΤΑΤΕ UΝΙVΕRSΙΤΥ, ΙΝDΙΑΝΑ UΝΙVΕRSΙΤΥ – ΒLΟΟΜΙΝGΤΟΝ GΕΟRGΕ WΑSΗΙΝGΤΟΝ UΝΙVΕRSΙΤΥ, UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF ΙΟWΑ, CITY UNIVERSITY OF NEW YORK SUΝΥ - UΝΙVΕRSΙΤΥ ΑΤ ΒUFFΑLΟ, UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF SΟUΤΗ CΑRΟLΙΝΑ, – Columbia GΕΟRGΕΤΟWΝ UΝΙVΕRSΙΤΥ, UNIVERSITY OF SOUTH DAKOTA, UNIVERSITY OF GEORGIA, FLΟRΙDΑ SΤΑΤΕ UΝΙVΕRSΙΤΥ, WΑSΗΙΝGΤΟΝ SΤΑΤΕ UΝΙVΕRSΙΤΥ, UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF ΝΕW ΗΑΜΡSΗΙR,Ε UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF ΡΙΤΤSΒURGΗ, UΝΙVΕRSΙΤΥ ΟF CΟΝΝΕCΤΙCUΤ, UΝΙVΕRSΙΤΥ of SΟUΤΗΕRΝ CΑLΙFΟRΝΙΑ, UNIVERSITY OF VIRGINIA. Αυτά τα πανεπιστήμια μας δίνουν και το πανόραμα των πιο περιζήτητων από τις ανθρωπιστικές σπουδές: ιστορία και ειδικά οικονομική ιστορία, διοίκηση επιχειρήσεων και κοινωνικές επιστήμες, σπουδές επικοινωνίας (ΜΜΕ κ.α), ψυχολογία και νομική, αγγλική φιλολογία, πολιτική επικοινωνία (μια ειδικότητα που συνδυάζει μαθήματα πολιτικής επιστήμης, δημοσιογραφίας και ηλεκτρονικών μέσων), διεθνείς σχέσεις, μάρκετινγκ, είναι οι πιο περιζήτητες σχετικές σπουδές. Βλέπε πιο αναλυτικά http://liberating-education.blogspot.gr/2014/11/blog-post_63.html
11 Ρεφορμισμός στο κίνημα, Σοσιαλσοβινιστική δύναμη με ταξικό συμβιβασμό και εθνική ενότητα ως κυβέρνηση, όπως το θέτει ο Λένιν στη Χρεοκοπία της Β’Διεθνούς. Από όλους τους παραδοσιακούς ορισμούς, αυτός φαίνεται ο ακριβέστερος για να περιγράψει τη πολιτική ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, με μόνη διαφορά την πολύ μικρότερη συσπείρωση αγροτών-εργατών σε σχέση με το τότε.
12 Απόφαση 3ου Συνεδρίου Νεολαίας Κομμουνιστική Απελευθέρωση, σελ 26 http://nka.gr/sites/default/files/APOFASH-NKA_INTERNET.pdf


13 «Πειράζουμε 10 από τα 80 άρθρα του Νόμου Διαμαντοπούλου», είπε ο Αριστερός Υπουργός. http://www.topontiki.gr/article/125558/mpaltas-peirazoyme-mono-10-apo-ta-80-arthra-toy-nomoy-diamantopoyloy